Ο Δημήτρης Μούτας, μίλησε σε συνέντευξή του στη "sday.gr", για τη συνεργασία του με τη Στουτγάρδη, τον Τοροσίδη και την προπονητική.
Αναλυτικά:
Γέννημα θρέμμα της Στουτγάρδης, έγινε επαγγελματίας φτάνοντας μέχρι και την Μπουντεσλίγκα, προτού στα μέσα της τελευταίας δεκαετίας του περασμένου αιώνα αποφασίσει να επαναπατριστεί. Σήμερα συνεχίζει την σταδιοδρομία του στο ποδόσφαιρο από τους πάγκους και βρίσκεται στην Ελλάδα.
Επειδή πολλά ακούγονται, λέγονται και γράφονται, ποιός ακριβώς είναι πλέον ο ρόλος σας στην Στουτγάρδη;
Τίποτα περισσότερο από συμβουλευτικός! Οι άνθρωποι του συλλόγου με γνωρίζουν κι εμπιστεύονται την γνώμη μου σε ότι έχει να κάνει με ποδοσφαιριστές από το ελληνικό πρωτάθλημα.
Δηλαδή, δεν είστε τα «μάτια» του συλλόγου στην Ελλάδα;
Θα μπορούσες να το πεις κι έτσι, είμαι ο άνθρωπος τους στην Ελλάδα και εκφράζω τη γνώμη μου όταν μου ζητηθεί.
Και για ποιους ποδοσφαιριστές σας έχει ζητηθεί τον τελευταίο χρόνο; Τόσο άλλωστε είναι το διάστημα που η Στουτγάρδη παρακολουθεί από κοντά την Superleague...
Η Στουτγάρδη είναι ένα παρά πολύ οργανωμένο σωματείο. Οταν κάνει scouting, το κάνει με τρόπο που αρμόζει σε μια κορυφαία ομάδα της Μπουντεσλίγκα και σίγουρα δεν αρκείται σε επισκέψεις που δημοσιοποιούνται στα ΜΜΕ προκειμένου να «διαφημίσει» την παρουσία της. Υπάρχουν λοιπόν αρκετά που παρακολουθούν στην Ελλάδα, όπως και σε κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης και σίγουρα δεν αρκούνται μόνο στην Superleague.
Ονόματα συγκεκριμένα όμως; Εχει κατά κόρον αναφερθεί εντονότατο φλερτ με τον Τοροσίδη.
Δεν χρειάζεται εγώ να το επιβεβαιώσω αυτό. Ο ίδιος ο Φρέντι Μπόμπιτς έχει παραδεχτεί το ενδιαφέρον της Στουτγάρδης.
Είναι μόνο ενδιαφέρον;
Το αν είναι μόνο ενδιαφέρον ή όχι ή κάτι περισσότερο το ξέρουν οι άνθρωποι που παίρνουν τις αποφάσεις στον σύλλογο. Νομίζω πως ο Τοροσίδης είναι ένας ποδοσφαιριστής που μπορεί να αγωνιστεί άνετα στην Μπουντεσλίγκα.
Αλλοι υπάρχουν στην Ελλάδα;
Σαφώς! Κι όχι μόνο για την Στουτγάρδη φυσικά. Ταλέντο στην χώρα μας υπάρχει, αυτό που χρειάζεται ο Ελληνας ποδοσφαιριστής είναι περισσότερη επιμονή και πίστη στις δυνάμεις του για να μπορέσει να σταδιοδρομήσει. Ειδικά μάλιστα σε μια τόσο δύσκολη, από κάθε πλευρά, συγκυρία.
Αλλα ονόματα που ενδιαφέρουν την Στουτγάρδη, δεν θα μας πείτε απ’ ότι καταλαβαίνω.
Δεν είναι αυτός ο ρόλος μου, ούτε κι υπάρχει λόγος να μετατρέψουμε την κουβέντα σε... παρέλαση. Ποδοσφαιριστές που ξεχωρίζουν, ανεξάρτητα από ηλικία, υπάρχουν, αλλά αυτό είναι μόνο ένα κομμάτι. Υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες που παίζουν ρόλο για το αν μια ενδιαφέρουσα, αγωνιστικά, περίπτωση μπορεί να εξελιχθεί σε μεταγραφικό ζητούμενο.
Από την στιγμή που η συνεργασία σας με την Στουτγάρδη είναι στο πλαίσιο που περιγράψατε, παραμένετε «ενεργός» στο εγχώριο στερέωμα, σωστά;
Φυσικά! Προπονητής είμαι, αυτό έχω σπουδάσει (σ.σ. με σχετικό δίπλωμα UEFA –PRO από την σχολή της Κολωνίας και της ΕΠΟ), σε αυτό αφοσιώνομαι ακολουθώντας τις εξελίξεις στο άθλημα και σε αυτό θέλω και να συνεχίσω την καριέρα μου.
Κάτι αυτή τη στιγμή υπάρχει στον ορίζοντα;
Δεν θα ήθελα να δημοσιοποιήσω επαφές και συζητήσεις. Το μόνο σίγουρο είναι πως η κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα δεν αφήνει και πολλά περιθώρια, τόσο στις επαγγελματικές ομάδες όσο και στους επαγγελματίες προπονητές.
Ελληνας προπονητής ή ξένος;
Καλός προπονητής! Αυτό είναι το ζητούμενο, όχι η εθνικότητά του. Είναι γεγονός πως εδώ και χρόνια αρκετοί έχουμε «θεοποιήσει» τους προερχόμενους από το εξωτερικό τεχνικούς, υποβαθμίζοντας τους γηγενείς. Ούτε το ένα είναι απόλυτο, ούτε το άλλο. Οπως υπάρχουν αρκετοί καλοί Ελληνες προπονητές, υπάρχουν και μέτριοι και κακοί. Το ίδιο ισχύει και για τους ξένους. Απλά, το «πλεονέκτημα» που έχουν οι ντόπιοι είναι πως γνωρίζουν πολλά περισσότερα για τα δεδομένα της χώρας, του πρωταθλήματος και της νοοτροπίας που επικρατεί εδώ.
Διαπιστώνετε κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα στον κλάδο σας; Εκπαίδευσης, προβολής, ανάδειξης;
Σαφώς και υπάρχει. Το κυριότερο νομίζω πως αφορά την εκπαίδευση. Τ’ ότι δηλώνεις προπονητής δεν σημαίνει ότι είσαι ή ακόμη περισσότερο δεν σημαίνει ότι σταματάς να εργάζεσαι πάνω στο αντικείμενο σου, ψάχνοντας τις νέες τάσεις, μελετώντας, ερευνώντας το άθλημα. Η εκπαίδευση συνεπώς, προφανώς και μας αφορά (εμάς τους προπονητές), αλλά δεν είναι αποκλειστική η ευθύνη μας. Χρειάζεται, όπως π.χ. στην Γερμανία, στην Ιταλία και στην Γαλλία, η αρμόδια ποδοσφαιρική ομοσπονδία να θεσμοθετήσει υψηλότερα standards. Τόσο τυπικών προσόντων όσο και σε επίπεδο παροχής τεχνογνωσίας κι εκπαίδευσης. Ναι, είναι θεμιτό η προπονητική καριέρα νέων τεχνικών να ξεκινάει στους κόλπους της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας – άλλωστε γίνεται και στο εξωτερικό - επιβάλλεται όμως ειδικά η στελέχωση των εθνικών ομάδων να γίνεται με τα αυστηρότερα δυνατά κριτήρια, αφού πρόκειται για την βιτρίνα του ποδοσφαίρου. Δυστυχώς, αυτό δεν γίνεται πάντα. Για μένα, το «κοιμάμαι ποδοσφαιριστής, ξυπνάω προπονητής», ανεξάρτητα της καριέρας που προηγείται του πάγκου, είναι η εύκολη λύση, ίσως μια αντανάκλαση του κοινωνικού γίγνεσθαι στην χώρα μας που επιτρέπει εύκολες κι ανώδυνες μεταβάσεις.
Αναλυτικά:
Γέννημα θρέμμα της Στουτγάρδης, έγινε επαγγελματίας φτάνοντας μέχρι και την Μπουντεσλίγκα, προτού στα μέσα της τελευταίας δεκαετίας του περασμένου αιώνα αποφασίσει να επαναπατριστεί. Σήμερα συνεχίζει την σταδιοδρομία του στο ποδόσφαιρο από τους πάγκους και βρίσκεται στην Ελλάδα.
Επειδή πολλά ακούγονται, λέγονται και γράφονται, ποιός ακριβώς είναι πλέον ο ρόλος σας στην Στουτγάρδη;
Τίποτα περισσότερο από συμβουλευτικός! Οι άνθρωποι του συλλόγου με γνωρίζουν κι εμπιστεύονται την γνώμη μου σε ότι έχει να κάνει με ποδοσφαιριστές από το ελληνικό πρωτάθλημα.
Δηλαδή, δεν είστε τα «μάτια» του συλλόγου στην Ελλάδα;
Θα μπορούσες να το πεις κι έτσι, είμαι ο άνθρωπος τους στην Ελλάδα και εκφράζω τη γνώμη μου όταν μου ζητηθεί.
Και για ποιους ποδοσφαιριστές σας έχει ζητηθεί τον τελευταίο χρόνο; Τόσο άλλωστε είναι το διάστημα που η Στουτγάρδη παρακολουθεί από κοντά την Superleague...
Η Στουτγάρδη είναι ένα παρά πολύ οργανωμένο σωματείο. Οταν κάνει scouting, το κάνει με τρόπο που αρμόζει σε μια κορυφαία ομάδα της Μπουντεσλίγκα και σίγουρα δεν αρκείται σε επισκέψεις που δημοσιοποιούνται στα ΜΜΕ προκειμένου να «διαφημίσει» την παρουσία της. Υπάρχουν λοιπόν αρκετά που παρακολουθούν στην Ελλάδα, όπως και σε κάθε άλλη χώρα της Ευρώπης και σίγουρα δεν αρκούνται μόνο στην Superleague.
Ονόματα συγκεκριμένα όμως; Εχει κατά κόρον αναφερθεί εντονότατο φλερτ με τον Τοροσίδη.
Δεν χρειάζεται εγώ να το επιβεβαιώσω αυτό. Ο ίδιος ο Φρέντι Μπόμπιτς έχει παραδεχτεί το ενδιαφέρον της Στουτγάρδης.
Είναι μόνο ενδιαφέρον;
Το αν είναι μόνο ενδιαφέρον ή όχι ή κάτι περισσότερο το ξέρουν οι άνθρωποι που παίρνουν τις αποφάσεις στον σύλλογο. Νομίζω πως ο Τοροσίδης είναι ένας ποδοσφαιριστής που μπορεί να αγωνιστεί άνετα στην Μπουντεσλίγκα.
Αλλοι υπάρχουν στην Ελλάδα;
Σαφώς! Κι όχι μόνο για την Στουτγάρδη φυσικά. Ταλέντο στην χώρα μας υπάρχει, αυτό που χρειάζεται ο Ελληνας ποδοσφαιριστής είναι περισσότερη επιμονή και πίστη στις δυνάμεις του για να μπορέσει να σταδιοδρομήσει. Ειδικά μάλιστα σε μια τόσο δύσκολη, από κάθε πλευρά, συγκυρία.
Αλλα ονόματα που ενδιαφέρουν την Στουτγάρδη, δεν θα μας πείτε απ’ ότι καταλαβαίνω.
Δεν είναι αυτός ο ρόλος μου, ούτε κι υπάρχει λόγος να μετατρέψουμε την κουβέντα σε... παρέλαση. Ποδοσφαιριστές που ξεχωρίζουν, ανεξάρτητα από ηλικία, υπάρχουν, αλλά αυτό είναι μόνο ένα κομμάτι. Υπάρχουν πολλοί άλλοι παράγοντες που παίζουν ρόλο για το αν μια ενδιαφέρουσα, αγωνιστικά, περίπτωση μπορεί να εξελιχθεί σε μεταγραφικό ζητούμενο.
Από την στιγμή που η συνεργασία σας με την Στουτγάρδη είναι στο πλαίσιο που περιγράψατε, παραμένετε «ενεργός» στο εγχώριο στερέωμα, σωστά;
Φυσικά! Προπονητής είμαι, αυτό έχω σπουδάσει (σ.σ. με σχετικό δίπλωμα UEFA –PRO από την σχολή της Κολωνίας και της ΕΠΟ), σε αυτό αφοσιώνομαι ακολουθώντας τις εξελίξεις στο άθλημα και σε αυτό θέλω και να συνεχίσω την καριέρα μου.
Κάτι αυτή τη στιγμή υπάρχει στον ορίζοντα;
Δεν θα ήθελα να δημοσιοποιήσω επαφές και συζητήσεις. Το μόνο σίγουρο είναι πως η κατάσταση στην οποία βρίσκεται η χώρα δεν αφήνει και πολλά περιθώρια, τόσο στις επαγγελματικές ομάδες όσο και στους επαγγελματίες προπονητές.
Ελληνας προπονητής ή ξένος;
Καλός προπονητής! Αυτό είναι το ζητούμενο, όχι η εθνικότητά του. Είναι γεγονός πως εδώ και χρόνια αρκετοί έχουμε «θεοποιήσει» τους προερχόμενους από το εξωτερικό τεχνικούς, υποβαθμίζοντας τους γηγενείς. Ούτε το ένα είναι απόλυτο, ούτε το άλλο. Οπως υπάρχουν αρκετοί καλοί Ελληνες προπονητές, υπάρχουν και μέτριοι και κακοί. Το ίδιο ισχύει και για τους ξένους. Απλά, το «πλεονέκτημα» που έχουν οι ντόπιοι είναι πως γνωρίζουν πολλά περισσότερα για τα δεδομένα της χώρας, του πρωταθλήματος και της νοοτροπίας που επικρατεί εδώ.
Διαπιστώνετε κάποιο συγκεκριμένο πρόβλημα στον κλάδο σας; Εκπαίδευσης, προβολής, ανάδειξης;
Σαφώς και υπάρχει. Το κυριότερο νομίζω πως αφορά την εκπαίδευση. Τ’ ότι δηλώνεις προπονητής δεν σημαίνει ότι είσαι ή ακόμη περισσότερο δεν σημαίνει ότι σταματάς να εργάζεσαι πάνω στο αντικείμενο σου, ψάχνοντας τις νέες τάσεις, μελετώντας, ερευνώντας το άθλημα. Η εκπαίδευση συνεπώς, προφανώς και μας αφορά (εμάς τους προπονητές), αλλά δεν είναι αποκλειστική η ευθύνη μας. Χρειάζεται, όπως π.χ. στην Γερμανία, στην Ιταλία και στην Γαλλία, η αρμόδια ποδοσφαιρική ομοσπονδία να θεσμοθετήσει υψηλότερα standards. Τόσο τυπικών προσόντων όσο και σε επίπεδο παροχής τεχνογνωσίας κι εκπαίδευσης. Ναι, είναι θεμιτό η προπονητική καριέρα νέων τεχνικών να ξεκινάει στους κόλπους της ποδοσφαιρικής ομοσπονδίας – άλλωστε γίνεται και στο εξωτερικό - επιβάλλεται όμως ειδικά η στελέχωση των εθνικών ομάδων να γίνεται με τα αυστηρότερα δυνατά κριτήρια, αφού πρόκειται για την βιτρίνα του ποδοσφαίρου. Δυστυχώς, αυτό δεν γίνεται πάντα. Για μένα, το «κοιμάμαι ποδοσφαιριστής, ξυπνάω προπονητής», ανεξάρτητα της καριέρας που προηγείται του πάγκου, είναι η εύκολη λύση, ίσως μια αντανάκλαση του κοινωνικού γίγνεσθαι στην χώρα μας που επιτρέπει εύκολες κι ανώδυνες μεταβάσεις.