Παίκτης του Χιούστον είναι «και με τη βούλα» ο Κώστας Παπανικολάου, ο οποίος γίνεται ο δεύτερος Έλληνας που φορά την φανέλα των Ρόκετς, μετά τον Βασίλη Σπανούλη, την περίοδο 2006-07.
Ο 24χρονος διεθνής φοργουορντ υπέγραψε το συμβόλαιο του με τις «ρουκέτες» πριν λίγες ώρες στο Πο, όπου βρίσκεται με την εθνική ομάδα, και έτσι μια τεράστια μεταγραφή επισφραγίστηκε κι επίσημα, την ώρα μάλιστα που πολλοί πίστευαν ότι το θέμα παραπέμφθηκε στο.. επόμενο καλοκαίρι!
«Πίστευα όντως ότι το θέμα δεν προχωρά… Πριν 3-4 μέρες ωστόσο το Χιούστον επανήλθε κι αντιληφθήκαμε πως υπό συγκεκριμένες συνθήκες θα έκανε προσφορά. Οι συγκυρίες βοήθησαν, ενημερώθηκε αμέσως η Μπαρτσελόνα κι έτσι η συμφωνία έκλεισε. Την εξέλιξη πληροφορήθηκα χθες, μετά το ματς με την Σερβία, όλα ωστόσο έγιναν όντως πολύ γρήγορα…» σχολίασε ο Κώστας Παπανικολάου, που μίλησε στο "pamesports.gr" αμέσως μετά την υπογραφή του συμβολαίου, που θα του αποφέρει 4,8+4,6 εκατομμύρια δολάρια, αλλά κυρίως τον εντάσσει στο κορυφαίο πρωτάθλημα του πλανήτη και στον «μαγικό κόσμο» του μπάσκετ…
Το ΝΒΑ είναι όνειρο για κάθε παίκτη. Στην περίπτωση του διεθνή φόργουορντ προφανώς υλοποιείται νωρίς: «Ναι, είναι ένα όνειρο που γίνεται πράξη νωρίτερα… Γι αυτό και δεν έχω συνειδητοποιήσει ακόμα τι μου συμβαίνει. Όσο περνά η ώρα νιώθω πως είναι καταπληκτικό να έχω την ευκαιρία να βρεθώ εκεί που πολλοί άλλοι δεν θα μπορέσουν. Οφείλω ωστόσο να πω ότι το πρώτο ρεαλιστικό συναίσθημα είναι το… άγχος. Έχω πλέον αμέτρητα πράγματα να κάνω μεταξύ Βαρκελώνης και Χιούστον, άσχετα με το μπάσκετ, και πρέπει άμεσα να τα βάλω σε τάξη…»
Στα 24 του ο Κώστας Παπανικολάου έχει να επιδείξει 5 μετάλλια –χρυσά και αργυρά- με τις εθνικές ομάδες, τον τίτλο του πρωταθλητή Ευρώπης 2 φορές και τον τίτλο του πρωταθλητή Ελλάδος και Ισπανίας. Με την υπογραφή στο Χιούστον δημιουργείται πια ένας «μύθος»; «Δεν ήμουν μόνος σε όλα αυτά. Χρειάζεται και τύχη, σωστή επιλογή ομάδας, καλοί συμπαίκτες και το κατάλληλο τάιμινγκ. Υπάρχει βεβαίως πολλή δουλειά, χρειάζεται και το απαραίτητο ταλέντο, αλλά όποιος πει ότι αρκούν μόνον αυτά δεν λέει την αλήθεια. Ειλικρινά πάντως, όντως νιώθω ευλογημένος για την πορεία που έχω διανύσει και αυτά που έχουν συμβεί.»
Κάνοντας «ταμείο» στα 24, ο τρικαλινός παίκτης τα έχει …σχεδόν όλα; «Όχι. Έχω πολλά να σκέφτομαι ακόμα. Όπως και πριν, θέλω να κάνω όνειρα, να μην μιλάω και να δουλεύω σκληρά, για να τα κυνηγώ. Γνωρίζω καλά ήδη ότι και στην Αμερική δεν θα μου χαριστεί τίποτα. Δεν έγινα κάποιος ξαφνικά, αντίθετα ξέρω πως πρέπει να κοπιάσω για να κερδίσω κάθε λεπτό συμμετοχής στο ΝΒΑ. Ευτυχώς όμως θα βρω εκεί τον Μπέβερλι, τον Ντόρσει και ίσως τον Πάουελ και τουλάχιστον στην δύσκολη αρχή θα έχω φίλους και ανθρώπους να με υποστηρίξουν…»
Ο "Παπ" είναι ο δεύτερος Έλληνας που θα φορέσει τη φανέλα του Χιούστον. Υπέγραψε στους Ρόκετς παραμονές του παγκοσμίου κυπέλλου του 2014, όπως είχε συμβεί με τον Σπανούλη το 2006. Τότε, η εθνική μας -στη συνέχεια- έφτασε ως τον τελικό του μουντομπάσκετ. «Όλοι οι παίκτες της εθνικής αυτό συζητούσαμε… Ελπίζω να είναι γούρικο και η πορεία να είναι ανάλογη. Από τα λόγια στην πράξη υπάρχει ωστόσο απόσταση και προς στιγμήν το μόνο που έχουμε είναι η σκληρή δουλειά».
Η οικογένεια είναι ο «θεμέλιος λίθος» της προσπάθειας του Παπανικολάου. Ο ίδιος το τονίζει εμφατικά: «Η οικογένειά μου ήταν πάντα το Α και το Ω. Τους οφείλω πολλά για τον τρόπο που με μεγάλωσαν και το ήθος που με δίδαξαν. Χάρη σε κείνους έμαθα στον αθλητισμό να κάνω όνειρα, να δουλεύω σκληρά, να κοιτάω μπροστά και να μην θέτω όρια… Όλα όσα έγιναν τα τελευταία χρόνια, έγιναν γιατί πάντα με υποστήριζαν και ουδέποτε στάθηκαν εμπόδιο. Ακόμα και τώρα που το ταξίδι στις ΗΠΑ φαντάζει δύσκολο για κάθε νέο παιδί, και προκαλεί μια ανησυχία σε κάθε γονέα, εκείνοι είναι δίπλα μου με κάθε τρόπο».
Ο Κώστας Παπανικολάου ετοιμάζεται πια για το μεγάλο υπερατλαντικό ταξίδι, έχει ήδη μιλήσει για το μέλλον με το νέο προπονητή του, τον Κέβιν Μακ Χέιλ, είναι ήδη ένας από τους κορυφαίους σταρς του ευρωπαικού μπάσκετ, μονοπωλεί τον αθλητικό τύπο, αυτά όμως δεν είναι αρκετά για να τον κάνουν να ξεχνά τις μικρές καθημερινές λεπτομέρειες που τον οδήγησαν στην κορυφή: «Τρία γεγονότα δεν ξεχνώ ποτέ: την πρώτη μου χρονιά στο εφηβικό του Άρη, όταν είδα σε βίντεο πως έπαιζα και πραγματικά απογοητεύθηκα, τόσο που άρχισα να προπονούμαι σκληρά και καθημερινά, το 2006 όταν «κόπηκα» σε μια προετοιμασία της εθνικής παίδων και αποφάσισα να δουλέψω όσο κανένας άλλος παίκτης του μπάσκετ, και την πρώτη μου χρονιά στον Ολυμπιακό, δίπλα στον Τσίλντρες και τον Βασιλόπουλο, οι οποίοι με έμαθαν πώς να δουλεύω διαρκώς και να θέτω κίνητρα στον εαυτό μου. Ήταν επίσης σπάνια τύχη, όπως για κάθε νέο παίκτη, να συναντήσω στον Ολυμπιακό και να συνεργαστώ με τον κ. Ίβκοβιτς».