Πέμπτη 27 Ιανουαρίου 2011

ΘΥΜΑΜΑΙ ΑΚΟΜΑ ΗΜΟΥΝ ΠΑΙΔΑΚΙ…


Η ψύχρα έχει απλωθεί μέσα στο μισοσκότεινο δωμάτιο που μυρίζει μούχλα και υγρασία. Το παγωμένο κύμα αέρα σουλατσάρει αυθαίρετα στα δωμάτια λες και αγνοεί την όποια παρουσία μου. Ανάβω ένα κακοσαλιωμένο τσιγάρο και το κατευθύνω στο στόμα με γρήγορες και άγαρμπες κινήσεις. Ρουφάω μια ικανοποιητική ποσότητα και νιώθω τον καπνό να κατακλύζει τα πνευμόνια μου.

Νιώθω λες και με χτύπησε ρεύμα ,το μυαλό μου καθάρισε με μιας ,οι σκέψεις τώρα λάμπουν μέσα στο μισογερμένο κεφάλι μου. Ρίχνω το βλέμμα στον μουχλιασμένο τοίχο εκεί που χάσκει θριαμβευτικά η εικόνα του παλιού Καραισκάκη με τα τσιμεντένια σκαλοπάτια και την σίτα να ορθώνεται σαν συρμάτινος γίγαντας μπρος στην 7.

Και πάνω της εκστασιασμένοι οπαδοί να αναρριχώνται ,θαρρείς πως ανεβαίνουν στο πιο ψηλό βουνό για να απολαμβάνουν την αέρινη χαίτη του Τάσου και το επιβλητικό μουστάκι του Νικόλα. Κι εγώ μικρό παιδάκι ακόμη να κουρνιάζω στα κρύα τσιμέντα και να χουχουλιάζω τα ξυλιασμένα αδύνατα χεράκια μου, προσπαθώντας να ξεσταθώ. Ήταν τότε που ένιωσα την καρδιά μου για πρώτη φορά να χτυπάει τόσο δυνατά, που θαρρείς πως ξεριζώθηκε από τα στήθια μου και τη θέση της πήρε ο Δαφνοστεφανωμένος Έφηβος.

Γύρω μου μάγκικες φιγούρες ποτισμένες ως το κόκκαλο με το κόκκινο χρώμα, να αψηφούν κρύα και ανυπόφορους καύσωνες προκειμένου να βρίσκονται δίπλα στον Θρύλο τους. Με την καυτή τους ανάσα και τα πύρινα συνθήματα να σπρώχνουν την ομάδα προς τον θρίαμβο. Μάγκες που ουδέποτε διανοήθηκαν να απουσιάσουν από τα καθιερωμένα Κυριακάτικα ραντεβού, στον τόπο που μετέπειτα πότησαν με το ίδιο τους το αίμα.

Κι εγώ να στέκω αποσβολωμένος και να τους κοιτάω κάνοντας όνειρα για το μέλλον και μια ακατάσχετη ηδονή να κυριεύει το μικροκαμωμένο μου κορμί. Μια ηδονή που μπορεί να συγκριθεί μονάχα με την πρώτη σεξουαλική μου επαφή, εκεί στο υγρό και μισοσκότεινο δωμάτιο της Ρόζας με τα μεγάλα στήθη.

Ήθελα να φωνάξω, να βγάλω από μέσα μου όλα την επανάσταση που φώλιαζε στην εφηβική μου ψυχή, να ουρλιάξω τόσο δυνατά μα μου ήταν εντελώς αδύνατο κάτι τέτοιο. Μέχρι τότε η σχέση μου με τον Θρύλο περικλύονταν στη ψυχρή και άχαρη φωνή που ξεπηδούσε μέσα από το μαύρο τρανζιστοράκι που μου έιχε κάνει δώρο ο μετανάστης θείος μου.

-Να το έχεις πάντα ανοιχτό τις Κυριακές. για να ακούς τον Θρύλο μας, μου έλεγε με φωνή τρεμάμενη από τη συγκίνηση.

-Και κάποια στιγμή όταν νιώσεις έτοιμος θα έρθω από τη Γερμανία και θα σε πάρω να πάμε στο Ναό, ήταν τα λόγια του.

Τότε δεν μπορούσα να καταλάβω το διαολεμένο εκείνο συναίσθημα που τον διακατείχε και κάθε φορά που έβρισκε ευκαιρία και πατούσε το πόδι του στο λιμάνι του Πειραία, πάντα μα πάντα τύλιγε το ερυθρόλευκο κασκόλ γύρω από τον τεράστιο λαιμό του και κατηφόριζε για το Καραισκάκη.

Ώσπου ήρθε εκείνη η μέρα που χάραξε για τα καλά τη ζωή μου, τότε που εκείνος στάθηκε έξω από το πατρικό μου και θαρρείς πως ήταν ένας πίνακας ζωγραφικής πλημμυρισμένος με κόκκινο χρώμα. Όπου κι αν τον κοιτούσες έβλεπες να ξεπροβάλλει κόκκινο και άσπρο χρώμα. Το μάλλινο κασκόλ κουλουριασμένο στο λαιμό, η μπλούζα με τον έφηβο στο μέρος της καρδιάς να στέκει υπερήφανος και έτοιμος να ριχτεί στη μάχη.

Πλησίασε προς το μέρος μου και μου ψυθύρισε στο αυτί: Σήμερα ανηψιέ είναι η μέρα που δεν θα ξεχάσεις μέχρι να κλείσεις τα μάτια σου. Στην αρχή σάστησα, τρόμαξα για το τι θα ακολουθούσε. Ο δρόμος προς το γήπεδο ήταν γεμάτος από κόσμο κάθε ηλικίας. Άνθρωποι με τα πιτσιρίκια πιασμένα χέρι-χέρι , παρέες από έφηβους που ξεσήκωναν τον κόσμο στο πέρασμά τους , με τις ιαχές και τα τύμπανα. Ηλικιωμένοι με αργό αλλά σταθερό βήμα να αψηφούν το κρύο που πηρούνιαζε το κρέας.

Καθώς ο δρόμος έμοιαζε να τελειώνει και φτάναμε στον προορισμό μας, αντίκρισα το γήπεδο και ένιωσα να μουδιάζω. Τα γόνατα λύγισαν ,κάθε διαθέσιμη τρίχα του κορμιού μου πήρε την ανιούσα. Στο μυαλό μου ήρθαν τα λόγια του θείου μου. Δεν πέρασαν μερικά λεπτά και βρεθήκαμε έξω από την πόρτα που θα μας οδηγούσε στις κερκίδες, έδειξα τα εισιτήρια που μου είχε δώσει ο θείος ,σε έναν κύριο που έστεκε μπροστά, τα τράβηξε με μια βιαστική κίνηση και έσκισε το μισό. Ένιωσα να θυμώνω γι’ αυτή του την ενέργεια αλλά μου εξήγησε ότι έτσι γίνεται, το δέχτηκα.

Με μια αστραπιαία κίνηση πέρασα το περιστρεφόμενο σίδερο που ήταν τοποθετημένο μπρος στην είσοδο και με έναν σάλτο βρέθηκα μέσα. Γύρισα το κεφάλι προς τα πίσω και αναζήτησα τον θείο μου. Είχε κολλήσει στην είσοδο έτσι ευτραφής όπως ήταν, γέλασα καθώς τον έβλεπα να αγωνίζεται να απεγκλωβιστεί, με είδε και χαμογέλασε κι αυτός.

Με πλησίασε και με άρπαξε με δύναμη οδηγώντας με σε κάτι σκαλοπάτια που βρίσκονταν πίσω ακριβώς από το τέρμα. Παραπονέθηκα προς στιγμήν γιατί θεώρησα πως θα ήταν καλύτερα να πηγαίναμε κάπου προς το κέντρο για να έχουμε καλύτερη οπτική.
-Θα δεις ανηψιέ, μη βιάζεσαι, αποκρίθηκε με σιγουριά λες και ήξερε.

Ο κόσμος άρχισε να πυκνώνει ώσπου το μέρος γέμισε από παλμό , ξεχύλιξε από πάθος και ένταση. Χιλιάδες κασκόλ υψώθηκαν στον ουρανό και τα τύμπανα του πολέμου ηχούσαν σαν λυσασμένα.΄Ηταν η στιγμή που οι παίκτες του Ολυμπιακού ξεχύθηκαν στο χορτάρι έτοιμοι να καταπνίξουν τον αντίπαλο. Το πλήθος ξερνούσε λάβα και οι φωνές έγιναν ένα, τα κορμιά ενώθηκαν , οι καρδιές χτυπούσαν στον ίδιο ρυθμό. Μονάχα η δικιά μου έμοιαζε να χαλάει την συγχορδία ,ήταν έτοιμη να ξεκολλήσει από τα στήθια και να κολλήσει δίπλα σε εκείνη των ποδοσφαιριστών.

Τα μάτια μου πήγαιναν πέρα-δώθε ακολουθώντας την μπάλα που κυλούσε με διαβολεμένο τέμπο. Το στόμα είχε μουδιάσει τα λόγια αδυνατούσαν να ακολουθήσουν τη σκέψη. Από την κ@υλα μου δεν έβγαζα κουβέντα…

Από εκείνη τη στιγμή πέρασαν χρόνια, πολλά άλλαξαν ,τα πέτρινα χρόνια έφυγαν, μαζί με τα αδικοχαμένα αδέρφια της Θύρας 7,το πρωτάθλημα έγινε μόνιμος κάτοικος Καραισκάκη. Μα κάθε φορά που ο δρόμος με φέρνει έξω από το γήπεδο στο μυαλό μου έρχονται τα λόγια του θέιου: “Σήμερα ανηψιέ είναι η μέρα που δεν θα ξεχάσεις μέχρι να κλείσεις τα μάτια σου.”
Ανασηκώνω το βλέμμα και αφήνω το δάκρυ να κυλήσει.

Η συγκίνηση με έχει κυριεύσει, τα χέρια αδυνατούν να χτυπήσουν τα πλήκτρα, το μυαλό αρνείται να συνεργαστεί. Μονάχα από το στόμα βγαίνουν λόγια που στοχεύουν κατ’ευθείαν στην καρδιά και υφαίνουν τις αναμνήσεις των παιδικών μου χρόνων:

ΘΥΜΑΜΑΙ ΑΚΟΜΑ ΗΜΟΥΝ ΠΑΙΔΑΚΙ ΟΤΑΝ ΜΕ ΠΗΓΑΝΕ ΜΕΣ ΤΟ ΚΑΡΑΪΣΚΑΚΗ...ΣΤΑ ΣΚΑΛΟΠΑΤΙΑ ΚΑΙ ΣΤΑ ΤΣΙΜΕΝΤΑ ΑΠΟ ΤΗΝ Κ@ΒΛΑ ΜΟΥ ΔΕΝ ΕΒΓΑΖΑ ΚΟΥΒΕΝΤΑ...ΠΕΡΑΣΑΝ ΧΡΟΝΙΑ ΚΙ ΕΓΩ ΑΚΟΜΑ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΤΡΑΓΟΥΔΩ ΓΙΑ ΣΕΝΑ ΕΙΜΑΙ ΛΙΩΜΑ...ΜΥΑΛΟ ΔΕΝ ΒΑΖΩ ΚΑΙ ΔΕΝ ΑΛΛΑΖΩ KΑΙ TH ZΩH MOY ΣΤΟ ΠΛΕΥΡΟ ΣΟΥ ΤΗΝ ΧΑΡΑΖΩ…

Πόσο δίκιο είχες Θείε…


LAMBROST
Κατηγορία:

Για τους συντάκτες:

Και Τα Μυαλά Μας Κόκκινα Βαμμένα...
Ακολουθήστε μας μέσω Facebook , Twitter , Youtube, olympiacos-blog-tube και RSS

ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ BLOG

ΣΚΟΠΟΣ ΤΟΥ BLOG ΕΙΝΑΙ Η ΣΥΛΛΟΓΗ ΚΑΙ ΠΑΡΟΥΣΙΑΣΗ EIΔΗΣΕΩΝ ΑΠΟ ΔΙΑΦΟΡΑ Μ.Μ.Ε. ΠΟΥ AΦΟΡΟΥΝ ΤΟ ΘΡΥΛΟ ΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΚΑΛΥΤΕΡΗ ΕΝΗΜΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΟΜΟΪΔΕΑΤΩΝ ΜΑΣ. ΔΕΝ ΚΑΝΟΥΜΕ ΡΕΠΟΡΤΑΖ ΟΥΤΕ ΕΙΜΑΣΤΕ ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΙ & ΔΕΝ ΑΠΟΣΚΟΠΟΥΜΕ ΣΕ ΚΕΡΔΟΣ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ BLOG

free counters
Μέσα κοινωνικής δικτύωσης και RSS του Blog :